Α Ν Α Δ Υ Ο Μ Ε Ν Η
Στο ρόδινο μακάριο
φως, να με,
ανεβαίνω της
αυγής,
φως, να με,
ανεβαίνω της
αυγής,
με σηκωμένα χέρια.
Η θεία γαληνη με καλεί του πελάου, έτσι για να βγω
προς τα γαλάζια αιθέρια...
***
Μα ω! οι άξαφνες πνοές της γης, που μες στα στήθια μου χιμάν κι΄ακέρια με κλονίζουν!
Ω! Δία, το πέλαο ειν΄βαρύ, και τα λυτά μου τα μαλλιά
σαν πέτρες με βυθίζουν!
***
Αύρες, τρεχάτε, ω! Κυμοθόη, ω! Γλαύκη, ελάτε
πιάστε μου τα χέρια απ΄τη μασκάλη.
Δεν πρόσμενα, έτσι μονομιάς, παραδομένη να βρεθώ
μες του Ήλιου την αγκάλη...