Ανν Λουί Ζιροντέ ντε Ρουσύ Τριοζόν, 1808
Λούβρο, Παρίσι
Θέμα του Πίνακα
Αφηγείται την ιστορία μιας Χριστιανής Ινδιάνας παρθένου, της Άταλα, που απελευθέρωσε το γενναίο Ινδιάνο Κάκτας από τους εχθρούς του και κατόπιν κατέφυγε μαζί του στη σπηλιά ενός ασκητή, του Πατέρα Ομπρί.
Έχοντας αφιερώσει τον εαυτό της στο Θεό και ορκιστεί αιώνια αγνότητα, η Άταλα παίρνει δηλητήριο όταν αντιλαμβάνεται πως αρχίζει να ερωτεύεται το νεαρό άνδρα.
Μετά το θάνατό της, ο Κάκτας ορκίζεται να στραφεί και ο ίδιος στο χριστιανισμό.
Περιγραφή
Στο ηλιοβασίλεμα, σε μια σπηλιά, ο ηλικιωμένος ερημίτης, ο Πατέρας Ομπρί, κρατά το άψυχο σώμα της Άταλα.
Ο Κάκτας, συντετριμμένος, κρατά με αγάπη τα πόδια της κοπέλας.
Η Άταλα, μην μπορώντας να επιλέξει ανάμεσα στην αγάπη της για τον Κάκτας και τον όρκο της παρθενίας, έχει αυτοκτονήσει.
Με τον Σταυρό ανάμεσα στα χέρια της και το φόρεμά της να σταματά στο ύψος του στήθους είναι ταυτόχρονα αγνή και αισθησιακή.
Μετά την ολονυχτία τους, οι δύο άντρες πρόκειται να την κηδέψουν στη σπηλιά. Ένας στίχος από το Βιβλίο του Ιώβ είναι χαραγμένος στο τοίχωμα της σπηλιάς.
Το πνεύμα του βιβλίου του Σατομπριάν, τοποθετημένου στην Αμερική του 17ου αιώνα, είναι διάχυτο στον πίνακα: ο εξωτισμός, η προάσπιση της αθωότητας των απλοϊκών ανθρώπων και το θρησκευτικό συναίσθημα, όλα διαφαίνονται στο έργο. Ο Ζιροντέ όχι μόνο μετέφερε μια σκηνή του βιβλίου, αλλά ολόκληρα νοήματα από αυτό. Επίσης ο καλλιτέχνης δείχνει να έχει απαρνηθεί τις διδαχές του μέντορά του, Ζακ Λουί Νταβίντ, καθώς δεν ζωγραφίζει πλέον επιθυμώντας να περάσει κάποιο ηθικό ή πολιτικό μήνυμα.
Ο Ζιροντέ χρησιμοποιεί ένα θέμα δημοφιλές στη χριστιανική εικονογραφία, την Ταφή. Οι φιγούρες του μοιάζουν παγωμένες και η σχεδίαση πολύ ακριβής. Η νεκρή Άταλα έχει απεικονιστεί ως προσωποποίηση της ιδανικής ομορφιάς. Ο καλλιτέχνης χρησιμοποιεί την τεχνική του κιαροσκούρο: το φως χαϊδεύει την πλάτη του νεαρού και το μπούστο και τα χείλη της κοπέλας. Η εικόνα, σκιαγραφώντας το ρομαντισμό, είναι γεμάτη αισθησιασμό, συναίσθημα και θρησκευτικότητα.